17/03/2016 Απόσπασμα από το Εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία....Σ.Ε.Β.
Καθώς η συζήτηση για το φορολογικό και το ασφαλιστικό κορυφώνεται, παραθέτουμε ορισμένα χρήσιμα δεδομένα, καταρχήν για το φορολογικό σύστημα.
Η έκπτωση φόρου, που πλέον στη χώρα μας αφορά μόνο συνταξιούχους και μισθωτούς, εξαιρεί από την πληρωμή φόρου εισοδήματος τους μισθωτούς και συνταξιούχους με εισόδημα κάτω των €9.500, με το όφελος να μειώνεται σταδιακά ανά €1.000 εισοδήματος και να μηδενίζεται για ετήσιο εισόδημα άνω των €42.000 (Πίνακας 2).
Αυτό που μας αποκαλύπτει μια σύγκριση με το αφορολόγητο (ή πιστώσεις φόρου) σε βασικές χώρες της ΕΕ είναι ότι στην Ελλάδα το αφορολόγητο αυτό είναι ιδιαίτερα υψηλό όχι ως απόλυτο μέγεθος, αλλά ως προς το όριο φτώχειας, που εδώ υπολογίζεται ως το 60% του διάμεσου εισοδήματος (Πίνακας 3, Διάγραμμα 12).
Επιπλέον, σε αντίθεση με πολλές χώρες, η έκπτωση φόρου δεν εξαρτάται από την οικογενειακή κατάσταση ή την ηλικία, καθώς σε πολλές χώρες τα παιδιά και η ηλικία άνω των 65 ή και 75 ετών είναι προϋπόθεση για την απόκτηση αυξημένης, πέρα μιας χαμηλής ως προς το όριο φτώχειας, έκπτωσης φόρου. Η πραγματικότητα αυτή αντανακλάται και στο γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων φορολογούμενων, περιλαμβανομένων φυσικά των μισθωτών και συνταξιούχων, δεν καταβάλλει κανένα ή ελάχιστο φόρο εισοδήματος (Δελτίο 25/2/2016, 12/11/2015).
Δεύτερον, η κλίμακα φόρου εισοδήματος όπως ισχύει (Πίνακας ΑΦ1) είναι κατασκευασμένη με τέτοιο τρόπο ώστε ουσιαστικά οι μισθωτοί και συνταξιούχοι με ετήσιο εισόδημα έως €15.000 να πληρώνουν ελάχιστο ή καθόλου φόρο, και όσοι έχουν εισοδήματα έως €30.000 να πληρώνουν ένα αρκετά χαμηλό ετήσιο φόρο εισοδήματος. Αντίθετα, οι μισθωτοί και συνταξιούχοι με υψηλά εισοδήματα (άνω των €42.000) επιβαρύνονται όχι μόνο από την υψηλή πλέον σε αυτά τα κλιμάκια έκτακτη εισφορά, αλλά και τον αυξημένο συντελεστή 42% μαζί με τον μηδενισμό της επιστροφής φόρου. Σημειώνεται ότι στα υψηλότερα αυτά κλιμάκια τα εισοδήματα από συντάξεις ή μισθωτή εργασία στο δημόσιο είναι ελάχιστα, κάτι που σημαίνει ότι αυτή η αυξημένη επιβάρυνση αφορά κυρίως τους μισθωτούς στον ιδιωτικό τομέα.
Έχουμε επίσης ως δεδομένο (Διάγραμμα 13) ότι οι εργαζόμενοι στη γενική κυβέρνηση είχαν το 2014 μέσες ετήσιες μικτές αποδοχές € 20.497, το 2014 το ΙΚΑ αναφέρει ως μέσες μικτές ετήσιες αποδοχές ασφαλισμένων τα €10.320 (€8.682,9 φορολογητέα δηλαδή, Δελτίο 11/2/16) και ότι το ετήσιο εισόδημα από τη μέση σύνταξη γήρατος ήταν το 2014 €11.379 (Στοιχεία έκθεσης ΗΛΙΟΣ).
Επιπλέον, οι περίπου 470.000 (εκ των 2,6 εκατ. συνολικά) συνταξιούχοι του δημοσίου λαμβάνουν σημαντικά υψηλότερες σε σχέση με τον μέσο όρο συντάξεις (€13.000 αν διαιρεθεί η δαπάνη του κρατικού προϋπολογισμού με τον αριθμό τους, Δελτίο 29/10/2015) και αποτελούν σημαντικό ποσοστό των συνταξιούχων ηλικίας 50-65 ετών (το Δεκέμβριο 2014 αποτελούσαν το 24% των συντάξεων γήρατος).
Βλέπουμε συνεπώς ότι η κλίμακα φόρου εισοδήματος είναι έτσι φτιαγμένη ώστε η συντριπτική πλειοψηφία των μισθωτών του δημοσίου, των συνταξιούχων και των χαμηλόμισθων του ιδιωτικού τομέα να μην πληρώνουν φόρο εισοδήματος, ενώ αντίθετα οι συντελεστές για όσους έχουν καλύτερο μισθό αυξάνονται σε υπερβολικό βαθμό. Από την άλλη, οι αγρότες και οι ελεύθεροι επαγγελματίες πληρώνουν, εκτός του ΦΠΑ και του τέλους επιτηδεύματος, φόρο από το πρώτο ευρώ, αν και με έναν συντελεστή που ειδικά για τους αγρότες (μέχρι την ώρα που γράφονται αυτές οι γραμμές) είναι λογικός.
Η δομή αυτή του φορολογικού συστήματος, χωρίς να εξετάσουμε και τις ασφαλιστικές εισφορές, αδικεί συνεπώς την παραγωγική μισθωτή εργασία στον ιδιωτικό τομέα. Από την άλλη, η μέτριας αμοιβής και μειωμένης προσπάθειας εργασία επιβραβεύεται. Το ζήτημα όμως δεν είναι ηθικό –για άλλη μια φορά είναι κυρίως πρακτικό, καθώς έτσι διαμορφώνονται και τα ανάλογα κίνητρα στην κοινωνία. Με τη σειρά της αυτή ορθολογικά αποφεύγει την αριστεία και την αυξημένη προσπάθεια γεγονός που όμως αποτρέπει τη δημιουργία νέου πλούτου.
πηγή http://www.sev.org.gr/
Ξενοφώντος 5, 105 57 Αθήνα
Τ: 211 5006 000
F: 210 3222 929
Ε: info@sev.org.gr
www.sev.org.gr