Sunday, June 12, 2016

Η οικονομία έχει εισέλθει σε ύφεση από το τέλος του 2015 και δεν προβλέπεται να εδραιωθούν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης στην οικονομία παρά μόνο σε βάθος 12μήνου. Και αυτό θα συμβεί μόνον εφόσον ο χρόνος αξιοποιηθεί για να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα με αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και, ταυτόχρονα, διατηρηθεί ως κόρη οφθαλμού, η όποια αξιοπιστία κτίζεται σήμερα με την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου .. ΣΕΒ

Απόσπασμα από το Εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία  ... από τον ΣΕΒ



Τρία αρνητικά τρίμηνα και …ακόμα μετράμε!

Στο α’ τρίμηνο του 2016, η ελληνική οικονομία εισήλθε στο τρίτο συνεχόμενα τρίμηνο αρνητικής, μετά από 6 συνεχόμενα τρίμηνα θετικής, ανάπτυξης, με την ιδιωτική κατανάλωση να μειώνεται θεαματικά κατά -1,3%, έναντι πτώσης -1% το τέταρτο τρίμηνο του 2015 (Διάγραμμα 1), με την καταναλωτική εμπιστοσύνη σε συνεχή πτώση (Διάγραμμα 2 και 3) και την μείωση του όγκου των λιανικών πωλήσεων να επιταχύνεται σε -3,4%, έναντι πτώσης -2,1% το τελευταίο τρίμηνο του 2015 (Διάγραμμα 2). 


Ταυτόχρονα, το ποσοστό της ανεργίας φαίνεται να διατηρείται περίπου στο ίδιο επίπεδο του τελευταίου τριμήνου του 2015 (24,3%) και η αύξηση των μισθών στο σύνολο της οικονομίας να διατηρείται σε υποτονικά επίπεδα (+1,1% το τέταρτο τρίμηνο του 2015, Διάγραμμα 4). Και ακόμη δεν έχει ξεκινήσει η περαιτέρω αφαίμαξη των εισοδημάτων από τα πρόσθετα φορολογικά μέτρα που ψηφίσθηκαν πρόσφατα. 

Σε κάθε περίπτωση, η οικονομία έχει εισέλθει σε ύφεση από το τέλος του 2015 και δεν προβλέπεται να εδραιωθούν θετικοί ρυθμοί ανάπτυξης στην οικονομία παρά μόνο σε βάθος 12μήνου. Και αυτό θα συμβεί μόνον εφόσον ο χρόνος αξιοποιηθεί για να τονωθεί η οικονομική δραστηριότητα με αναπτυξιακές πρωτοβουλίες και, ταυτόχρονα, διατηρηθεί ως κόρη οφθαλμού, η όποια αξιοπιστία κτίζεται σήμερα με την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου και το προφανώς σφιχτότερο σε σχέση με το παρελθόν πλαίσιο εφαρμογής των συμφωνηθέντων.

Η ιδιωτική κατανάλωση το 2015 παρέμεινε σε υψηλά σχετικώς επίπεδα και περιόρισε εν πολλοίς την μεγάλη ύφεση που προέβλεπαν σχεδόν οι πάντες. Οι απαισιόδοξες προβλέψεις δεν έλαβαν επαρκώς υπόψη τη δυναμική της ανάκαμψης του 2014 και τη διάχυσή της μέσα στο 2015. Υπερεκτίμησαν, από την άλλη πλευρά, τις υφεσιακές επιπτώσεις της αλλαγής της οικονομικής πολιτικής από τη νέα κυβέρνηση που προέκυψε μετά τις εκλογές του Ιανουαρίου 2015 και της έξαρσης της αβεβαιότητας στο πρώτο εξάμηνο τους έτους, που κατέληξε στην επιβολή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων μέσω των τραπεζών. 

Υπερεκτίμησαν, επίσης και την επίδραση των περιοριστικών δημοσιονομικών μέτρων που εφαρμόζονται από το β εξάμηνο του έτους, και που έχουν ενισχυθεί το 2016. Υπενθυμίζεται ότι τα μέτρα που έχουν συμφωνηθεί για το 2015 και το 2016 θα έχουν απόδοση €1,5 δις και €5,7 δις αντιστοίχως, δηλαδή η δημοσιονομική πίεση το 2016 θα είναι αυξημένη κατά €4,2 δις ή 2,3 π.μ. του ΑΕΠ περίπου. 

Η υφεσιακή επίπτωση των μέτρων αυτών στο διαθέσιμο εισόδημα και την ιδιωτική κατανάλωση το 2016 αναμένεται λογικά να μετριασθεί από την καλύτερη τουριστική περίοδο εφέτος, και ενδεχομένως την τόνωση των επενδύσεων και των εξαγωγών εάν η οικονομική πολιτική παραμείνει προσηλωμένη στην ανάκαμψη των μεγεθών της ελληνικής οικονομίας.

Επιπροσθέτως, οι συνθήκες ρευστότητας στην οικονομία αναμένεται, επίσης, να βελτιωθούν με την εκταμίευση της 1ης υποδόσης των €7,5 δις που θα δοθεί τον Ιούνιο 2016, από την 2η δόση των €10,3 δις που συμφωνήθηκε με την ολοκλήρωση της 1ης αξιολόγησης του 3ου Μνημονίου στις 24-25 Μαΐου 2016. Σημειώνεται ότι έναντι εκκρεμουσών εκταμιεύσεων χρηματοδοτικών πόρων ύψους €19,2 δις (€5,7 δις από το 2015 και 13,5 δις μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2016), συμφωνήθηκε να δοθούν μόνον €10,3 δις μέχρι το φθινόπωρο, με τα υπόλοιπα €8,9 δις να παραμένουν για μελλοντική χρήση. 

Μέρος της εκταμίευσης θα οδεύσει προς μερική εκκαθάριση των ληξιπρόθεσμων οφειλών του δημοσίου προς τον ιδιωτικό τομέα. Από τα €10,3 δις της 2ης δόσης που θα δοθεί αναμένεται, μέχρι το τέλος Σεπτεμβρίου 2016, να χρησιμοποιηθούν €3,5 δις για πληρωμή χρεολυσίων και €3,7 δις για πληρωμές ληξιπρόθεσμων οφειλών, αν και το τελευταίο αυτό ποσό μάλλον θα δοθεί σε υποδόσεις, καθώς ενδεχομένως να πρέπει να ενισχυθούν άμεσα και τα ταμειακά διαθέσιμα του κράτους. 


Μετά τον Σεπτέμβριο, παραμένουν άλλα €1,4 δις διαθέσιμα για πληρωμές ληξιπρόθεσμων οφειλών, που συνολικά καλύπτουν grosso modo το υπόλοιπο των σωρευμένων ληξιπρόθεσμων οφειλών μέχρι σήμερα (€5,5 δις τον Απρίλιο του 2016), εάν το υπόλοιπο αυτό δεν αυξηθεί περαιτέρω. Είναι ενδεικτικό ότι στη συμφωνία της 24-25 Ιουνίου 2016, προβλέπεται ότι η εκταμίευση πόρων για πληρωμές ληξιπρόθεσμων μετά το καλοκαίρι θα πραγματοποιηθεί μόνο στην βάση αξιολόγησης εάν όντως έγιναν οι πληρωμές χωρίς να συσσωρευθούν νέες ληξιπρόθεσμες οφειλές.

Εν γένει, η ύφεση αναμένεται επισήμως να συγκρατηθεί το 2016 σε - 0,3% από -0,2% το 2015, πριν η οικονομία εισέλθει σε σταθερά υψηλότερους ρυθμούς ανάπτυξης από το 2017 (+2,7%). Σε όλες αυτές τις εξελίξεις και προβλέψεις, σημαντικό ρόλο παίζει η ιδιωτική κατανάλωση που συνεισφέρει το 80% του ΑΕΠ της χώρας. Η ιδιωτική κατανάλωση σε πραγματικούς όρους αυξήθηκε κατά 0,3% το 2015, έχοντας ήδη αυξηθεί κατά 0,5% το 2014, παρά τη σημαντική χειροτέρευση της οικονομικής κατάστασης. Οι λόγοι είναι δύο:

Πρώτον, εξασθένησε σημαντικά η δυναμική προώθησης της δημοσιονομικής προσαρμογής το 2015, με το πρωτογενές πλεόνασμα να περιορίζεται σε 0,7 π.μ. του ΑΕΠ έναντι αρχικού στόχου για 3 π.μ. του ΑΕΠ. Αυτό αντανακλάται στη μηδενική μεταβολή της δημόσιας κατανάλωσης, έναντι μείωσης -2,6% το 2014. Δεύτερον, η αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών αυξήθηκε το 2015 σε -6,1% του
διαθέσιμου εισοδήματος, από -5,5% το 2014 (Διάγραμμα 1), καθώς επιταχύνθηκε η εκροή καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα λόγω της μεγάλης αβεβαιότητας περί GREXIT, που ξεκίνησε από το Φθινόπωρο του 2014 και εντάθηκε με την έλευση της νέας κυβέρνησης στις αρχές του 2015. (Διάγραμμα 5, σημειώνεται ότι τον Απρίλιο 2016 πιστώθηκε το δώρο Πάσχα στους εργαζόμενους). 

Η δυναμική της ιδιωτικής κατανάλωσης σε σχέση με το διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών εμφανίζεται με εξαιρετική σαφήνεια στο Διάγραμμα 1. Η ανάκαμψη του διαθεσίμου εισοδήματος των νοικοκυριών ξεκίνησε προς το τέλος του 2013 και συνεχίσθηκε μέχρι και το 3ο τρίμηνο του 2014. Με την έλευση της αβεβαιότητας στο 4ο τρίμηνο του 2014 και την αποκορύφωση της στο α’ εξάμηνο του 2015, η πορεία αυτή ανατράπηκε ως αποτέλεσμα της αποκλιμάκωσης των μισθολογικών αναπροσαρμογών (Διάγραμμα 4), από 4,1% το 4ο τρίμηνο του 2014 σε 1,3% το α’ εξάμηνο του 2015, και των καθυστερήσεων στη δημοσιονομική προσαρμογή και για όσο χρόνο συνεχίζονταν οι ατελέσφορες διαπραγματεύσεις.

 Σε όλη αυτή την περίοδο, η ιδιωτική κατανάλωση συνέχισε να ανακάμπτει (με την βοήθεια της εκροής καταθέσεων από το τραπεζικό σύστημα). Η φάση αυτή ήρθε στο τέλος της το 2ο εξάμηνο του 2015 με την εφαρμογή περιορισμών στην κίνηση κεφαλαίων (έκλεισε η στρόφιγγα των καταθέσεων) και την επανεκκίνηση της λιτότητας με την εφαρμογή του 3ου Μνημονίου. Η ανάκαμψη του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών το 4ο τρίμηνο του 2015 είναι μάλλον ευκαιριακού χαρακτήρα καθώς συμπίπτει με την εισροή σημαντικού ποσού κοινοτικών επιδοτήσεων στο τραπεζικό σύστημα (+1,5 δις τον Δεκέμβριο του 2015), και αναμένεται να έχει ανατραπεί όταν τα στοιχεία του 1ου τριμήνου του 2016 γίνουν γνωστά στο τέλος Ιουλίου 2016.


Για το 2016, και κάτω από περιορισμούς στη κίνηση κεφαλαίων, είναι αμφίβολο κατά πόσον η αρνητική αποταμίευση των νοικοκυριών θα συνεχίσει να ενισχύει την οικονομική δραστηριότητα στον ίδιο βαθμό όπως και πέρυσι, μιας και εξαντλούνται τα αποθέματα ρευστού των νοικοκυριών. Έτσι, θα είναι δύσκολο να μετριασθεί η υφεσιακή επίπτωση της αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης στο διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών.

 Δανειζόμενοι από το μέλλον για να χρηματοδοτήσουμε την κατανάλωση στο παρόν είναι, ούτως η άλλως, αδιέξοδη και ανορθόδοξη εξέλιξη και, αργά ή γρήγορα, θα ανατρεπόταν, ακόμη και χωρίς περιορισμούς στη κίνηση κεφαλαίων.

Είναι, λοιπόν, απολύτως αναγκαίο να αρχίσει να δημιουργείται νέα οικονομική δραστηριότητα, μέσω επενδύσεων σε νέες θέσεις εργασίας μόνιμης απασχόλησης που παράγουν σταθερά εισοδήματα, ώστε η κατανάλωση να αυξάνει χωρίς την ανάλωση του ήδη παραχθέντος πλούτου. Αυτό είναι απαραίτητο ιδίως σήμερα που γίνεται σαφές ότι, σε βάθος τριετίας, και σε μια περίοδο διογκούμενων πρωτογενών πλεονασμάτων, δεν θα υπάρχουν περιθώρια ουσιαστικής ανακούφισης του διαθέσιμου εισοδήματος των νοικοκυριών. Αυτό ενισχύεται και από το γεγονός ότι τα όποια μέτρα ελάφρυνσης του χρέους μετατίθενται για την περίοδο μετά το 2018, ως επιβράβευση προσπαθειών που καταβάλλονται και φέρνουν αποτέλεσμα, και όχι δεσμεύσεων που συμφωνούνται και δεν υλοποιούνται.




πηγή http://www.sev.org.gr/