Ελληνική Οικονομία .... Έκθεση
22/01/2016
O πληθωρισμός με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτού έλαβε τον Δεκέμβριο θετικό
πρόσημο (+0,4%), για πρώτη φορά από το Φεβρουάριο του 2013. Η εξέλιξη αυτή πυροδοτήθηκε σε μεγάλο βαθμό από την αύξηση των συντελεστών της έμμεσης φορολογίας που εξουδετέρωσε τις αποπληθωριστικές πιέσεις οι οποίες προκαλούνται από την πτώση των τιμών του πετρελαίου.
Στο παρόν δελτίο επιχειρούμε, να αναλύσουμε 1) τον ρόλο των φορολογικών επιβαρύνσεων και άλλων παραγόντων στη παρατηρούμενη χαμηλή ευαισθησία της εξαγωγικής δραστηριότητας στη βελτίωση της ανταγωνιστικότητας, και 2) να διερευνήσουμε τους προσδιοριστικούς παράγοντες του επιπέδου των τιμών στο άμεσο μέλλον.
Α. Ανταγωνιστικότητα, τιμές και κόστος εργασίας.
Η πραγματική σταθμισμένη συναλλαγματική ισοτιμία (REER) της Ελλάδας με βάση το κόστος εργασίας ανά μονάδα προϊόντος – που συνιστά το πιο γνωστό μέτρο της διεθνούς ανταγωνιστικότητας μιας οικονομίας – βελτιώθηκε εντυπωσιακά, αφού κατέγραψε μείωση κατά 19% από το 2010 έως και σήμερα. Η βελτίωση, ωστόσο, της πραγματικής συναλλαγματικής ισοτιμίας με βάση τον δείκτη τιμών καταναλωτού είναι πολύ πιο περιορισμένη (-6,2%) όπως εμφαίνεται στο Γράφημα 1 (σωρευτική μεταβολή/σκιασμένη περιοχή). Η ανωτέρω διαπίστωση μπορεί να ερμηνευθεί από δύο παράγοντες. Πρώτον, συνδέεται με τις αυξήσεις στους φορολογικούς συντελεστές στην κατανάλωση που επεβλήθησαν το 2010 και το 2015 στην Ελλάδα. Δεύτερον, στις στρεβλώσεις που ακόμη και σήμερα επικρατούν σε αρκετές αγορές αγαθών και υπηρεσιών, εξαιτίας της αργής ολοκληρώσεως των διαρθρωτικών μεταρρυθμίσεων που προέβλεπε το πρόγραμμα προσαρμογής, με συνέπεια η μεγάλη μείωση των ονομαστικών αμοιβών, να μην αντανακλάται στις τελικές τιμές των αγαθών και υπηρεσιών.
Τούτο οδήγησε σε ανελαστικότητα της εξαγωγικής δραστηριότητος στις διαδοχικές βελτιώσεις της
ανταγωνιστικότητας μετρούμενης σε όρους κόστους εργασίας ανά μονάδα προϊόντος (Γράφημα 1).
Αποτυπώνεται δε στη καθοδική τάση (κινητός μέσος) που ακολουθούν οι εξαγωγές από το τρίτο τρίμηνο 2012 μέχρι σήμερα. Το φαινόμενο αυτό ενισχύθηκε από την υψηλότερη αβεβαιότητα στην Ελλάδα, καθώς και από την επιβολή των κεφαλαιακών ελέγχων το 2015. Η διαπίστωση αυτή έρχεται σε αντίθεση με την εμπειρία της Ιρλανδίας στην τελευταία διετία (Γράφημα 2). Σύμφωνα μάλιστα με
πρόσφατη μελέτη του ΔΝΤ (World Economic Outlook, 2015, chapter 3), που βασίσθηκε σε δεδομένα 60 χωρών στη περίοδο 1980- 2014, μια υποτίμηση κατά 10% της πραγματικής σταθμισμένης συναλλαγματικής ισοτιμίας ενισχύει τις καθαρές εξαγωγές κατά 1,5% του ΑΕΠ, με τα περισσότερα
από τα οφέλη να πραγματοποιούνται στον πρώτο χρόνο.
Β. Οι βασικοί προσδιοριστικοί παράγοντες των εξελίξεων στο επίπεδο τιμών το 2016.
Σημαντικό ρόλο στην εξέλιξη του πληθωρισμού διαδραματίζουν διάφοροι παράγοντες, όπως η πορεία των τιμών του πετρελαίου, η αύξηση των συντελεστών των έμμεσων φόρων, οι πληθωριστικές προσδοκίες στο προσεχές μέλλον και πιο μακροπρόθεσμα οι τιμές των ακινήτων. Ας
προσπαθήσουμε επομένως να διερευνήσουμε τη δυναμική των προσδιοριστικών αυτών παραγόντων στο άμεσο μέλλον.
Η τιμή του πετρελαίου αποτελεί καθοριστικό παράγοντα στην εξέλιξη του πληθωρισμού, δεδομένης της χρήσεώς του ως καύσιμο για τις μεταφορές και τη θέρμανση, καθώς και ως εισροή στην παραγωγική διαδικασία. Οι μεταβολές των τιμών του πετρελαίου επηρεάζουν άμεσα τον μηχανισμό προσαρμογής των τιμών στον βαθμό που η τιμή του πετρελαίου επηρεάζει τον δείκτη τιμών καταναλωτή και το κόστος παραγωγής.
Μολονότι ο προσδιορισμός των τιμών του πετρελαίου γίνεται στις διεθνείς αγορές, οι επιπτώσεις των μεταβολών των τιμών του πετρελαίου δεν είναι όμοιες για όλες τις χώρες λόγω του διαφορετικού ποσοστού εξάρτησης των χώρων της Ευρωπαϊκής Ενώσεως από εισαγωγές πετρελαίου για την κάλυψη ενεργειακών αναγκών.
Στην Ελλάδα το ποσοστό ενεργειακής εξάρτησης, που ορίζεται ως το ποσοστό των καθαρών εισαγωγών πετρελαίου στην ακαθάριστη εγχώρια κατανάλωση ενέργειας, διαμορφώθηκε το 2013 σε
62,1% σημαντικά υψηλότερο του Ευρωπαϊκού μέσου όρου (53,2%) (Γράφημα 3).
Το γεγονός αυτό υποδηλώνει ότι η επίδραση της μεταβολής των τιμών πετρελαίου έχει μεγάλη σημασία για τη χώρα μας. Οι διεθνείς τιμές πετρελαίου εκτιμάται ότι θα μειωθούν περαιτέρω το 2016 κατά 17,6%, σύμφωνα με το World Economic Outlook Update του ΔΝΤ (Ιανουάριος 2016).
H αύξηση των συντελεστών του ΦΠΑ, ωστόσο, δρα προς την αντίθετη κατεύθυνση. Έχει επιδράσει
ανοδικά στις πληθωριστικές πιέσεις στην Ελλάδα τον Μάρτιο του 2010, τον Σεπτέμβριο του 2011 και στην επιβράδυνση της αποπληθωριστικής διαδικασίας μετά τον Σεπτέμβριο του 2015. Συγκεκριμένα, η πρόσφατη μετάταξη σε υψηλότερο φορολογικό συντελεστή στον κλάδο βασικών ειδών διατροφής και στον κλάδο της εστίασης και καταλυμάτων έχει επιδράσει αυξητικά στις τελικές τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών.
Η επίπτωση της αυξήσεως των νέων φορολογικών επιβαρύνσεων στις τιμές παρουσιάζεται στο Γράφημα 4, όπου περιγράφεται η απόκλιση μεταξύ του εναρμονισμένου δείκτη τιμών καταναλωτού και του αντίστοιχου δείκτη που δεν περιλαμβάνει την επίδραση της αυξήσεως των φόρων στις τιμές των προϊόντων και υπηρεσιών.
Οι πληθωριστικές προσδοκίες αποτελούν επίσης πρόδρομο δείκτη της μεταβολής των τιμών. Με τους λοιπούς παράγοντες να παραμένουν σταθεροί (ceteris paribus), αύξηση του δείκτη των προσδοκιών για ανοδική τροχιά των τιμών στο μέλλον, μειώνει το πραγματικό επιτόκιο και θα
μπορούσε να ωθήσει τις επιχειρήσεις και τα νοικοκυριά να επισπεύσουν τις δαπάνες τους. Δια αυτού του μηχανισμού, η σταδιακή αύξηση του δείκτη των πληθωριστικών προσδοκιών μπορεί να προκαλέσει από σήμερα πληθωριστικές πιέσεις.
Στο Γράφημα 5, ωστόσο, παρατηρείται ότι ο πρόδρομος αυτός δείκτης κινείται την τελευταία διετία σε ιδιαιτέρως χαμηλά επίπεδα και κατά συνέπεια δεν αναμένεται να επηρεάσει αυξητικά τις τιμές.
Τέλος, οι μεταβολές των τιμών των οικιστικών ακινήτων και των κινητών αξιών θεωρούνται στην
οικονομική βιβλιογραφία* δείκτες του μελλοντικού επιπέδου τιμών, αφού μπορεί να επηρεάσουν τις
τιμές μέσω των μεταβολών του καταναλωτικού προτύπου ως συνέπεια του λεγόμενου «αποτελέσματος πλούτου» (wealth effect) των νοικοκυριών.
Συγκεκριμένα η αύξηση των τιμών των ακινήτων επηρεάζει θετικά τον πλούτο των νοικοκυριών. Αυτό συνεπάγεται αύξηση των καταναλωτικών δαπανών που οδηγεί σε αύξηση των τιμών. Ο παράγων αυτός ωστόσο δεν μπορεί να προκαλέσει πληθωριστικές πιέσεις στην Ελλάδα, δεδομένου του χαμηλού επιπέδου των κινητών αξιών και των τιμών των ακινήτων.
πηγή στοιχείων https://www.alpha.gr/