Friday, March 18, 2016

Η μεγάλη μείωση των καταθέσεων της περιόδου, η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων και η συσσώρευση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία είναι οι συνηθέστερες μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν από τα νοικοκυριά για να στηρίξουν τη μειούμενη κατανάλωσή τους....ΣΕΒ

Απόσπασμα από το Εβδομαδιαίο δελτίο για την Ελληνική οικονομία....Σ.Ε.Β.

Διαθέσιμο εισόδημα, φόροι και αποταμίευση

Η μεγάλη ύφεση των τελευταίων χρόνων, ως αποτέλεσμα της δημοσιονομικής προσαρμογής που ακολούθησε την εφαρμογή των Μνημονίων, οδήγησε σε σημαντική μείωση του διαθέσιμου εισοδήματος και της τελικής κατανάλωσης των νοικοκυριών (Διάγραμμα 1).

 Ως νοικοκυριά στην ανάλυση αυτή, λογίζονται οι οικογένειες που έχουν εισοδήματα από εξαρτημένη εργασία (μισθωτοί) καθώς και όσοι έχουν εισοδήματα από ατομικές επιχειρήσεις και ελευθέρια επαγγέλματα. Ως ήταν φυσικό, τα νοικοκυριά προσπάθησαν να κρατήσουν την κατανάλωση σε όσο το δυνατόν υψηλότερο επίπεδο, μειώνοντας την αποταμίευσή τους.


 Μάλιστα, το 2012 η αποταμίευση των νοικοκυριών μηδενίζεται και έκτοτε γίνεται αρνητική, που σημαίνει ότι τα νοικοκυριά στηρίζουν το επίπεδο κατανάλωσής τους όχι πλέον με τρέχουσες αποταμιεύσεις αλλά με ρευστοποίηση πλούτου (συσσωρευμένες αποταμιεύσεις). Η μεγάλη μείωση των καταθέσεων της περιόδου, η εκποίηση περιουσιακών στοιχείων και η συσσώρευση ληξιπρόθεσμων οφειλών προς την εφορία είναι οι συνηθέστερες μέθοδοι που χρησιμοποιήθηκαν από τα νοικοκυριά για να στηρίξουν τη μειούμενη κατανάλωσή τους. 

Την ίδια περίοδο της προσαρμογής, μειώνονται και οι επενδύσεις που κάνουν τα νοικοκυριά, κυρίως σε κατοικίες ή/και σε κεφαλαιουχικό εξοπλισμό (Διάγραμμα 2). Επενδύσεις ύψους €30,4 δισ. το 2006 καλύπτονταν κατά €11,4 δισ. από αποταμιεύσεις και κατά €19,2 δισ. περίπου από δανεισμό. Το 2014 οι επενδύσεις έχουν υποχωρήσει σε μόλις €5,7 δισ. και ο δανεισμός σε €12,3 δισ., δεδομένης της αρνητικής αποταμίευσης κατά €7 δισ.

Ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, η τρέχουσα αποταμίευση των ελληνικών νοικοκυριών από 7,5% το 2006 διαμορφώνεται πλέον σε -6,6% το 2015 (Διάγραμμα 3), με όλες τις άλλες χώρες της Ευρωζώνης να έχουν θετικό ποσοστό αποταμίευσης. Η Πορτογαλία και η Ιρλανδία έχουν ποσοστό αποταμίευσης 4,3% περίπου (που είναι κάτω από το 1/3 περίπου της αποταμίευσης του μέσου νοικοκυριού στην Ευρωζώνη), με τα νοικοκυριά στην Γερμανία και την Γαλλία να έχουν μεγαλύτερες αποταμιεύσεις από Ιταλία και Ισπανία, με τις τελευταίες να βρίσκονται κάτω του μέσου όρου στην Ευρωζώνη. 

Η απόκλιση των ελληνικών νοικοκυριών είναι τεράστια και προοιωνίζεται μείωση του βιοτικού επιπέδου στο μέλλον, καθώς δεν μπορεί να συνεχισθεί η στήριξη της κατανάλωσης και των όποιων επενδύσεων κάνουν τα νοικοκυριά, από τα «έτοιμα», και με το τραπεζικό σύστημα να βρίσκεται σε φάση απομόχλευσης. Βεβαίως, η διέξοδος είναι η ανάπτυξη, αν και θα πάρει αρκετά χρόνια για να επιστρέψει η κανονικότητα στην οικονομία, καθώς τα νοικοκυριά θα προσπαθούν να αναπληρώσουν τις χαμένες αποταμιεύσεις τους, να αποπληρώσουν δάνεια, ληξιπρόθεσμες οφειλές κ.ο.κ.

Στο διάγραμμα της πρώτης σελίδας, ως διαθέσιμο εισόδημα των νοικοκυριών, καταγράφεται το εισόδημα μετά από φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης. Έτσι, το 2014 το εισόδημα προ φόρων και εισφορών ανερχόταν σε €175,1 δισ., οι φόροι εισοδήματος, πλούτου κ.λπ. σε €10,5 δισ. και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης σε €30,6 δισ. περίπου, με το διαθέσιμο εισόδημα να διαμορφώνεται σε €134,1 δισ. Αξίζει να σημειωθεί ότι το 2014 οι μισθωτοί συμμετείχαν κατά 33% στο σύνολο του διαθεσίμου εισοδήματος, οι ατομικές επιχειρήσεις και οι ελεύθεροι επαγγελματίες κατά 32% και οι συνταξιούχοι κατά




20%, ενώ το 2009 η κατανομή ήταν αντίστοιχα 34%, 31% και 17% αντιστοίχως (Διάγραμμα 5), όπως αναμενόταν. Είναι, επίσης, σημαντικό να αναφερθεί ότι το εισόδημα περιουσίας των νοικοκυριών από € 10,9 δισ. το 2009 μειώθηκε κατά 28% σε € 7,8 δισ. το 2014. Είναι, επίσης, χαρακτηριστικό ότι οι φόροι και οι εισφορές μειώθηκαν σχεδόν οριακά παρά την τεράστια μείωση του εισοδήματος των νοικοκυριών μεταξύ 2009 και 2014 λόγω της συνεχούς αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης. Ως ποσοστό του διαθέσιμου εισοδήματος, οι φόροι και οι εισφορές κοινωνικής ασφάλισης διαμορφώνονται πλέον σε 23,4% του εισοδήματος των νοικοκυριών το 2014, έναντι 19,4% το 2009.

Συγκριτικά, πάντως, με τις άλλες χώρες της Ευρωπαϊκής Ένωσης (ΕΕ28), η Ελλάδα, παρά την τεράστια αύξηση της φορο-εισφορο-επιβάρυνσης, απέχει ακόμη αρκετά από τον μέσο όρο της Ευρωπαϊκής Ένωσης (27,7%) και από τον συντελεστή επιβάρυνσης της Ιταλίας (26,2%) και της Ιρλανδίας (24,8%), ενώ είναι στο ίδιο επίπεδο με τον αντίστοιχο συντελεστή της Πορτογαλίας (23,2%) (διάγραμμα 4). Όταν ο συντελεστής επιβάρυνσης διαχωρίζεται σε φόρους και εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, στην Ελλάδα το 2014 η φορολογική επιβάρυνση είναι 6% (9,7% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 13,6% στην Ιρλανδία και 7,6% στην Πορτογαλία) έναντι 5% το 2009 (9,1% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 10,8% στην Ιρλανδία και 5,2% στην Πορτογαλία). 

Αξίζει να σημειωθεί ότι η Ιρλανδία και η Πορτογαλία ήταν μεταξύ των χωρών στην Ευρωπαϊκή Ένωση με τη μεγαλύτερη αύξηση της συγκεκριμένης επιβάρυνσης από το 2009 έως το 2014 (Διάγραμμα 6). Όσον αφορά στην επιβάρυνση του διαθεσίμου εισοδήματος από εισφορές κοινωνικής ασφάλισης, το 2014 στην Ελλάδα ο συντελεστής διαμορφώνεται σε 17,5% (18% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 11,2% στην Ιρλανδία και 15,6% στην Πορτογαλία) έναντι 14,4% το 2009 (17,5% στην Ευρωπαϊκή Ένωση, 10,6% στην Ιρλανδία και 15,8% στην Πορτογαλία). Η διαφορά αυτή υποδηλώνει και την προσπάθεια που πρέπει ακόμη να γίνει για την επέκταση της φορο-εισφορο-δοτικής βάσης με την πάταξη της φοροδιαφυγής /εισφοροδιαφυγής και την αύξηση των εσόδων από την αναπτυξιακή διαδικασία.

Όλοι οι υπολογισμοί γίνονται για το μέσο ελληνικό νοικοκυριό (που προφανώς αποτελεί μια στατιστική κατασκευή). Στην πραγματικότητα, υπάρχει ακόμη μεγάλη φοροδιαφυγή και παραοικονομία, όπου εργαζόμενοι και επαγγελματίες απασχολούνται χωρίς να καταβάλλονται εισφορές και φόροι εισοδήματος. Έτσι, οι συνεπείς φορολογούμενοι επιβαρύνονται πολύ περισσότερο απ’ ό,τι τα ποσοστά στο διάγραμμα 4 υποδηλώνουν, συνταξιούχοι απολαμβάνουν συντάξεις για τις οποίες συνεισφέρουν πολύ λιγότερα απ’ αυτά που εισπράττουν, κ.ο.κ. Το ζητούμενο δεν είναι μόνο να αυξηθεί ο μέσος όρος της επιβάρυνσης, αλλά ταυτόχρονα αυτό να γίνει με το να πληρώσουν αυτοί που δεν πληρώνουν τα αναλογούντα σήμερα. 

Με το εισόδημα των νοικοκυριών να διαμορφώνεται σε €153,2 δισ. (χωρίς παροχές σε είδος) και το δηλωθέν φορολογητέο εισόδημα των νοικοκυριών σε €74 δισ. περίπου (στο οποίο πληρώνουν €8,7 δισ. σε φόρο εισοδήματος και ειδική εισφορά αλληλεγγύης, ή 11,8% μέσο φορολογικό συντελεστή), το συμπέρασμα που προκύπτει είναι ότι η φοροδιαφυγή παραμένει τεράστια. Είναι, συνεπώς, επιτακτική ανάγκη να επεκταθεί η φορολογική βάση ώστε να πάψουν να επιβαρύνονται υπέρμετρα οι μισθωτοί στα μεσαία εισοδηματικά κλιμάκια, που είναι η κοινωνική τάξη που στηρίζει ουσιαστικά
όλο το κοινωνικό εποικοδόμημα και που η κατάρρευσή της δεν μπορεί να αγνοηθεί (βλέπε την ανάλυση στο τέλος του δελτίου).



πηγή  http://www.sev.org.gr/


ΣΕΒ σύνδεσμος επιχειρήσεων και βιομηχανιών
Ξενοφώντος 5, 105 57 Αθήνα
Τ: 211 5006 000
F: 210 3222 929
Ε: info@sev.org.gr
www.sev.org.gr