Όχι ανάπτυξη με δεμένα τα χέρια των επιχειρήσεων!
Με δεδομένες τις υφεσιακές επιπτώσεις από την εφαρμογή ενός σκληρού προγράμματος λιτότητας σε βάθος τριετίας, όλο το βάρος της οικονομικής πολιτικής αναμένεται πλέον να πέσει στην ανάπτυξη έτσι ώστε η οικονομία να ανακάμψει μια ώρα αρχύτερα.
Ανάπτυξη χωρίς τον ιδιωτικό τομέα είναι, όμως, σχήμα οξύμωρο. Η χάραξη, λοιπόν, της αναπτυξιακής στρατηγικής δεν μπορεί να γίνεται ερήμην του ιδιωτικού τομέα. Ούτε ο ιδιωτικός τομέας μπορεί να δίνει τη μάχη για την ανάπτυξη με δεμένα χέρια. Και τα χέρια είναι δεμένα όταν:
• δεν υπάρχει χρηματοδότηση σε ανταγωνιστικά επιτόκια
• υπάρχουν περιορισμοί στη κίνηση κεφαλαίων
• υπερφορολογούνται οι συνεπείς φορολογούμενοι και οι οργανωμένες επιχειρήσεις που λειτουργούν με ανταγωνιστικό μειονέκτημα λόγω της θηριώδους φοροδιαφυγής
• η δημόσια διοίκηση συνεχώς βάζει εμπόδια αντί να διευκολύνει την επιχειρηματικότητα
• ο φοροεισπρακτικός μηχανισμός εισπράττει κάτω του 50% των βεβαιωθέντων εσόδων οδηγώντας σε συνεχή ανάγκη αύξησης της φορολογικής επιβάρυνσης για τους συνεπείς κυρίως φορολογουμένους
• στα δικαστήρια ορίζονται δικάσιμες το 2030
• το εργατικό δυναμικό χάνει τις εξειδικεύσεις του με πάνω από το 74% των 1,1 εκατ. ανέργων να είναι στην ανεργία για πάνω από 1 χρόνο και το 30% για πάνω από 4 χρόνια
• τιμωρούνται οι άνθρωποι των επιχειρήσεων με εξοντωτικές επιβαρύνσεις μόνο και μόνο επειδή δημιουργούν κέρδη για τις εταιρείες τους, εισοδήματα και θέσεις εργασίας (φόροι μερισμάτων, υπεραξίας, ‘έκτακτες’ εισφορές αλληλεγγύης, συμπληρωματικός φόρος περιουσίας, κ.ο.κ.)
• το μη μισθολογικό κόστος είναι τεράστιο αποθαρρύνοντας τους εργοδότες να προσλάβουν προσωπικό ή να δώσουν αυξήσεις, και ενθαρρύνοντας τα στελέχη των επιχειρήσεων να φύγουν για το εξωτερικό και τις επιχειρήσεις να προσφεύγουν στην αδήλωτη εργασία, δημιουργώντας ανταγωνιστικό μειονέκτημα για τις οργανωμένες και συνεπείς φορολογικά επιχειρήσεις
• φορολογούνται τα ιδιοχρησιμοποιούμενα ακίνητα των επιχειρήσεων, με ΕΝΦΙΑ και με συμπληρωματικό φόρο περιουσίας
• φορολογείται η ξενοδοχειακή υποδομή της χώρας και με φόρο ακινήτων και με κεφαλικό φόρο ανά διαμονή, που οδηγούν τους μικρούς κυρίως προς εξαφάνιση και καθιστούν τους μεγάλους μη ανταγωνιστικούς, ιδίως μετά και την αύξηση του ΦΠΑ και στην εστίαση και τη διανυκτέρευση, σε επίπεδα υψηλότερα από τις άλλες ανταγωνίστριες τουριστικά χώρες
• όταν υπολειτουργεί η αγορά ακινήτων και έτσι, αποθαρρύνεται η αξιοποίηση και η σώρευση νέας ακίνητης περιουσίας καθώς και η εξυγίανση πολλών εταιρικών και προσωπικών δανείων.
Για την επίτευξη υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, χρειάζονται μεγάλες επενδύσεις, δημόσιες και ιδιωτικές, σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Υπουργό Οικονομικών. Και προκειμένου να προσελκύσει η χώρα τις επενδύσεις αυτές, όπως λέει ο ίδιος, χρειάζονται ένα ενιαίο αφήγημα και μια συμπεριφορά φιλική προς την επιχειρηματικότητα. Στο πλαίσιο αυτό, ο Υπουργός Ανάπτυξης επισημαίνει ότι η ανάπτυξη που θα έρθει θα πρέπει να είναι δίκαιη και δημοκρατική, στόχο που υιοθετεί και το Αναπτυξιακό Σχέδιο, το οποίο βρίσκεται σε στάδιο ολοκλήρωσης.
Δηλαδή, όπως λέει ο ίδιος, η ανάπτυξη πρέπει να τηρεί κοινωνικές μέριμνες και να επιμερίζει τα οφέλη της, με δίκαιο τρόπο, στις κοινωνικές ομάδες. Ποιος μπορεί να διαφωνήσει!
Αλήθεια, όμως, πως προσδιορίζεται η δίκαιη και δημοκρατική απόδοση κεφαλαίου ώστε να επενδύσει κάποιος στην χώρα; Μήπως δεν μπορεί να υπολείπεται του τι μπορεί να κερδίσει κάποιος βάζοντας τα λεφτά του σε μία άλλη χώρα, τηρουμένων των αναλογιών; Και αν είναι έτσι, πότε επιτέλους θα φτιαχτεί ένα φιλικό προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, εφάμιλλο αυτού που υπάρχει σε άλλες χώρες, ώστε να γίνουν στην χώρα μας και όχι αλλού οι ιδιωτικές επενδύσεις; Και πώς διασφαλίζονται οι κοινωνικές μέριμνες και επιμερίζονται τα οφέλη, με δίκαιο τρόπο, στις κοινωνικές ομάδες, όταν η επένδυση δεν είναι ανταγωνιστική και απλά δεν γίνεται στη χώρα μας και συνεπώς δεν υπάρχει τίποτα για να επιμερισθεί;
Είναι αυτονόητο ότι δεν μπορεί να συντηρηθεί ένα κοινωνικό κράτος χωρίς μια ανταγωνιστική οικονομία. Όπως και δε μπορεί να υφίσταται μία ανταγωνιστική οικονομία χωρίς κοινωνικό κράτος, καθώς οι εργαζόμενοι και οι οικογένειές τους εκτίθενται σε ανεπιθύμητους κινδύνους οικονομικής και κοινωνικής ανασφάλειας.
Και, βεβαίως, χωρίς ανταγωνιστική οικονομία, και την ευημερία που δημιουργεί, και χωρίς κοινωνικό κράτος, και την προστασία που προσφέρει στις ευάλωτες κοινωνικές ομάδες, η κοινωνία είναι ανοικτή σε ευκαιριακούς πολιτικούς των άκρων, με απλοϊκές λύσεις που θέτουν, και την ανταγωνιστική οικονομία και το κοινωνικό κράτος, σε κίνδυνο.
Για να κρατηθεί, λοιπόν, ο λαϊκισμός στην άκρη, χρειαζόμαστε ένα λειτουργικό και αποτελεσματικό κράτος που δε δημιουργεί στρεβλώσεις και αντικίνητρα στην παραγωγή εισοδήματος και πλούτου, και προσφέρει υπηρεσίες υψηλής ποιότητας στους πολίτες, ακόμη και σε περιόδους δημοσιονομικών ισχνών αγελάδων.
Αυτό, ενδεχομένως, είναι το αφήγημα που θέλει να ακούσει η ιδιωτική οικονομία, όχι μόνο σε λόγια αλλά κυρίως σε πράξεις, για να πάρει μπροστά η μηχανή της οικονομίας και να βρει δουλειές ο κόσμος. Είναι και το αφήγημα που διασφαλίζει κοινωνική πολιτική στην πράξη, καθώς οι πιο ανταγωνιστικές χώρες είναι τελικά αυτές στις οποίες το κράτος έχει τους πόρους για να δαπανήσει περισσότερα χρήματα κατά κεφαλή για υγεία, παιδεία και κοινωνικές πολιτικές (Διαγράμματα πρώτης σελίδας, 1), πεδία δημοσίων πολιτικών στα οποία δηλαδή η χώρα μας υστερεί έναντι των άλλων χωρών της ΕΕ (Διάγραμμα 2 και 3) με τάσεις υποχώρησης ως ποσοστό του ΑΕΠ ειδικά σε ό,τι αφορά την υγεία (Διάγραμμα 4 και 5).
Για να συμβεί, όμως αυτό, απαιτείται δραστική μείωση της φορολογικής επιβάρυνσης και, ταυτόχρονα, δραστική αύξηση της παραγωγικότητας του δημόσιου τομέα. Η αύξηση της παραγωγικότητας στο δημόσιο τομέα είναι μονόδρομος, διαφορετικά οι περικοπές δαπανών που έχουν γίνει μέχρι σήμερα, αργά ή γρήγορα θα ανατραπούν, καθώς χειροτερεύει ραγδαία η ποιότητα εξυπηρέτησης των πολιτών. Η εικόνα στα νοσοκομεία και την εκπαίδευση είναι καταθλιπτική. Και η μόνη φυγή προς τα εμπρός δεν είναι να γίνουν προσλήψεις με δεδομένη την παραγωγικότητα, αλλά να σχεδιασθούν και υλοποιηθούν μεταρρυθμιστικές τομές, ώστε με τους ίδιους ή λιγότερους πόρους να υπάρξει καλύτερο αποτέλεσμα όσον αφορά στην ποιότητα παροχής υπηρεσιών στους πολίτες.
Οι πολιτικοί πρέπει να αντιληφθούν ότι τα προβλήματα δεν λύνονται με προσλήψεις αλλά με αλλαγές στις μεθόδους παραγωγής, όπως γίνεται στον ιδιωτικό τομέα της οικονομίας. Για τον απλούστατο λόγο ότι η φοροδοτική ικανότητα του ιδιωτικού τομέα όχι μόνον είναι πεπερασμένη, αλλά και έχει προ πολλού εξαντληθεί. Χωρίς παραγωγή και εισοδήματα στην ιδιωτική οικονομία δεν συλλέγονται φόροι, και χωρίς φόρους, δεν υπάρχει δημόσια διοίκηση.
Είναι παρήγορο ότι η κυβέρνηση δημιουργεί ομάδα δράσης που θα προετοιμάζει το έδαφος για την προσέλκυση επενδύσεων. Μια τέτοια ομάδα θα πρέπει να συνεπικουρείται από καταξιωμένα ονόματα της επιχειρηματικής κοινότητας καθώς, ενδεχομένως, και εταιρείες επενδυτικών συμβούλων, ώστε να ταυτοποιούνται μεγάλα έργα υποδομών που έχουν αφενός οικονομικό, και αφετέρου εμπορικό για τους δυνητικούς παραχωρησιούχους, ενδιαφέρον. Η ομάδα αυτή θα πρέπει να κάνει παρουσιάσεις ανά την υφήλιο, ή να οργανώνει μεγάλα επενδυτικά συμπόσια στην Ελλάδα, με δυνητικούς ιδιώτες επενδυτές και επίσημους χρηματοδοτικούς φορείς, ώστε να προσελκύσει κεφάλαια. Οι μεγάλες ιδιωτικές επενδύσεις θα ακολουθήσουν, αν και στο επίπεδο αυτό είναι εκ των ων ουκ ανευ να αναβαθμιστεί με απόλυτη προτεραιότητα ώστε να γίνει φιλικότερο προς την επιχειρηματικότητα περιβάλλον, συστατικό στοιχείο του οποίου είναι και η δημοσιονομική σταθερότητα, που πρέπει να αποκτήσει μονιμότερο χαρακτήρα.
Η δημιουργία πρωτογενών πλεονασμάτων σημαντικού ύψους αναδεικνύει την χώρα ως αξιόπιστο συνομιλητή με τους επενδυτές, επιτρέποντας έτσι την πρόσβαση του κράτους, των τραπεζών και των επιχειρήσεων στις διεθνείς κεφαλαιαγορές. Και επειδή η υπερφορολόγηση στην οποία στηρίζεται η δημοσιονομική προσαρμογή δεν είναι διατηρήσιμη, η κυβέρνηση πρέπει να πατάξει άμεσα και με αξιόπιστο και μετρήσιμο τρόπο τη φοροδιαφυγή, για να ελαφρυνθούν οι συνεπείς φορολογούμενοι και οι οργανωμένες επιχειρήσεις. Στην κατεύθυνση αυτή, σημαντική συμβολή θα έχει η εξάπλωση των ηλεκτρονικών συναλλαγών παντού και η διασταύρωση ροών εισοδήματος και αποθησαύρισης πλούτου. Με το δημοσιονομικό περιθώριο που θα προκύψει, η κυβέρνηση θα είναι σε θέση να ανακοινώσει ακόμη και από σήμερα μειώσεις φορολογικών συντελεστών και την εφαρμογή καθεστώτος εταιρικών φορολογικών υπεραποσβέσεων στις επενδυτικές δαπάνες, ως κίνητρα για την τόνωση της οικονομικής δραστηριότητας και την ανάληψη επενδυτικών πρωτοβουλιών από τους ιδιώτες επενδυτές.
πηγή http://www.sev.org.gr/